Η Διατλαντική Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων (Transatlantic Trade and Investment Partnership ή ΤΤΙΡ), η οποία θα συνδέει εμπορικά τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής με την Ευρώπη, αναμένεται να αλλάξει τις παγκόσμιες ισορροπίες, όχι μόνο στον τομέα του εμπορίου. Παρόλο που ανάμεσα στις δύο πλευρές τρέχει ήδη συμφωνία χαμηλών δασμών εμπορίου, εάν οι διαπραγματεύσεις ευοδωθούν, θα πρόκειται για τη μεγαλύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στην Ιστορία.
Η εξέλιξη αυτή θα σηματοδοτήσει μια νέα εποχή, τόσο για το εμπόριο και τις επενδύσεις, όσο και για τις γεωπολιτικές ισορροπίες του πλανήτη, καθώς δημιουργείται ένας ισχυρότατος δεσμός ανάμεσα σε δύο μεγάλες αγορές, την αμερικανική και την ευρωπαϊκή, αφήνοντας απ’ έξω τις μεγάλες δυνάμεις της ρωσικής και της κινεζικής αγοράς. Μεγάλο αγκάθι, αλλά και πεδίο (ανώδυνων για να είμαστε ειλικρινείς) αντιπαραθέσεων, αποτελεί η έλλειψη διαφάνειας, καθώς η πληροφόρηση παραμένει μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Όπως έχει υπογραφεί, η πρόσβαση στα πρακτικά των συζητήσεων είναι απαγορευμένη για 30 ολόκληρα χρόνια.
Αυτό που είναι σαφές, είναι ότι δεν πρόκειται απλώς για μια συμφωνία εμπορίου ανάμεσα σε δύο μέρη, αλλά για μια μεγάλη γεωπολιτικού προσανατολισμού φιλοδοξία αναδιάρθρωσης, τόσο των εμπορικών όσο και των κρατικών δομών και την κατάργηση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών. Μέσα από την αλλαγή του διεθνούς καταμερισμού της παραγωγής, οι παγκόσμιες εμπορικές ροές θα αλλάξουν, προσαρμοζόμενες στο δυτικού τύπου μοντέλο μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης, με άξονα την κερδοφορία των πολυεθνικών εταιρειών, έχοντας πάντα στο πλάνο τον ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας.
Η Ιστορία
Κατά την ομιλία του στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ανέφερε ότι ο ίδιος δεν θα υποστηρίξει την υπονόμευση των ευρωπαϊκών προτύπων και αρχών, προσβλέποντας ωστόσο σε μια «ισορροπημένη συμφωνία».
Τρία είναι τα βήματα για την υιοθέτηση της συμφωνίας από τα ευρωπαϊκά κράτη, όταν αυτή πάρει την τελική της μορφή. Αρχικά εγκρίνεται από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο συμμετέχουν οι αρμόδιοι υπουργοί. Η απόφαση πρέπει να είναι ομόφωνη και κάθε χώρα έχει δικαίωμα βέτο, αλλά δεδομένων των πολιτικών συσχετισμών που επικρατούν, εκτιμάται ότι η έγκριση δεν είναι δύσκολη υπόθεση. Έπειτα η
Συμφωνία πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωκοινοβούλιο, το οποίο μπορεί να γνωμοδοτήσει, να προτείνει, αλλά όχι να επιβάλλει αλλαγές. Σε τρίτο και τελευταίο στάδιο, η μπάλα περνάει στα πόδια των κρατικών κοινοβουλίων, που θα κληθούν να περάσουν τη Συμφωνία ως νόμο του κράτους, προκειμένου να αρχίσει άμεσα η εφαρμογή της.
Αλλάζει το μοντέλο παραγωγής
Όπως φαίνεται, όμως, η Ευρώπη πρόκειται να αποκομίσει συνολικά εμπορικά οφέλη, τόσο για την ενθάρρυνση των εξαγωγών, όσο και των επενδύσεων, οι οποίες με τη σειρά τους προσδοκούν σε δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και πτώση της ανεργίας, ενώ πολλοί μιλούν ότι με την ώθηση που θα πάρει η εμπορική δραστηριότητα, θα ανακάμψει η οικονομία και θα τεθεί τέρμα στις πολιτικές λιτότητας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με έρευνά της προβλέπει πως η Συμφωνία μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 119 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,5%, στην αύξηση των εξαγωγών από την Ευρώπη στις ΗΠΑ κατά 28% και στη δημιουργία 2 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας. Ενδεικτικά, στην έκθεση αναφέρεται ότι για ένα σπιτικό των τεσσάρων ατόμων, θα υπάρξει ετήσιο κέρδος 545 ευρώ.
Με όπλο την αδιαφάνεια
Το μεγάλο χαρακτηριστικό είναι ότι από την αρχή επικρατεί άκρα μυστικότητα όσον αφορά τις συζητήσεις και τα θέματα που τίθενται υπό διαπραγμάτευση, με την απουσία δημοσιότητας και διαφάνειας να γεννούν τεράστια ερωτηματικά. Για παράδειγμα, όσον αφορά την «άρση των εμποδίων» στο διατλαντικό εμπόριο, είναι ακόμα ασαφές τι περιλαμβάνονται στον όρο «εμπόδια», με σοβαρές υπόνοιες ότι ο όρος αφορά στις λειτουργίες του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην εργατική νομοθεσία και στα συνδικαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων, ενώ ως πλήρης απελευθέρωση της αγοράς υπηρεσιών, δεν είναι σαφές ότι αφορά σε κρίσιμους τομείς όπως η παιδεία, το νερό, η υγεία, η ενέργεια κ.ά.
Σχετικά με τη φράση «εναρμόνιση κανονισμών και ρυθμίσεων», νοουμένου ότι οι διατροφικοί κανονισμοί στις ΗΠΑ είναι διαφορετικοί απ’ ό,τι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκύπτουν απορίες σχετικά με το αν θα εναρμονιστούν οι νομοθεσίες, για παράδειγμα σχετικά με τα γενετικώς μεταλλαγμένα προϊόντα, για τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και γεωγραφικής ένδειξης, καθώς και η υποχρέωση για παροχή πληροφόρησης με ετικέτες πάνω στα προϊόντα. Σημαντική παράμετρο επίσης αποτελεί το αν θα προκύψουν νέοι κανονισμοί στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων και ποιο θα είναι το νομικό πλαίσιο στο οποίο θα υπόκεινται οι σπόροι και η καλλιέργειά τους από την οικογενειακή γεωργία. Σημειώνεται εδώ ότι οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής σπόρων προσανατολίζονται εδώ και χρόνια στον έλεγχο του φυτογενετικού υλικού και επιδιώκουν την είσπραξη δικαιωμάτων από τους αγρότες για τη χρήση των σπόρων που θα έχουν στους καταλόγους τους.
Εταιρείες αντί κράτη
Προσωπικά δεδομένα
Τα προσωπικά δεδομένα, επίσης, δεν ξεφεύγουν από το στόχαστρο της Συμφωνίας, καθώς η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε αυτά για εμπορική χρήση, καθίσταται ευκολότερη και χωρίς περιορισμούς. Σε μια προσπάθεια εξοικείωσης των κρατών-μελών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη αμβλύνει σημαντικά τους κοινοτικούς κανόνες περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων, καταργώντας μια σημαντική δικλίδα ασφαλείας, η οποία στεκόταν εμπόδιο στις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών να παρακολουθούν Ευρωπαίους πολίτες.
Κακό το ξεκίνημα των ΗΠΑ…
Έπειτα από πιέσεις ευρωβουλευτών, η Επίτροπος Δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Βίβιαν Ρέντινγκ, δήλωσε ότι «δεν μπορούμε να συμμετέχουμε σε διαπραγματεύσεις για μια μεγάλη διατλαντική αγορά, εάν υπάρχει έστω και η παραμικρή υπόνοια ότι οι εταίροι μας επιδίδονται σε δραστηριότητες κατασκοπείας των γραφείων των διαπραγματευτών μας».
Ποιοι στηρίζουν
Μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει κάποια συστηματική ενημέρωση των πολιτών όσον αφορά το μείζον αυτό ζήτημα, με την ανάγκη να ξεκινήσει ο δημόσιος διάλογος να είναι επιτακτική, καθώς αν στο μέλλον η Συμφωνία έρθει προς ψήφιση στη Βουλή των Αντιπροσώπων, θα είναι πλέον αργά.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου