Το αποκαλούν Dementiaville, ήτοι «το χωριό της άνοιας», κι όχι άδικα: μέσα στη μικρή πόλη Ντε Χόγκεβεκ, στα περίχωρα του Άμστερνταμ, ζουν 152 ασθενείς που πάσχουν από προχωρημένο στάδιο άνοιας Αλτσχάιμερ.
Ωστόσο, οι κάτοικοι του μπορούν να λειτουργούν πρωταρχικώς ως άνθρωποι και κατόπιν ως ασθενείς, καθώς οι υπεύθυνοι του όλου εγχειρήματος έχουν δημιουργήσει όλες τις συνθήκες προκειμένου να τους αφήνουν να ζουν στη δική τους πραγματικότητα: μέσα στο (περιφραγμένο) αυτόνομο χωριό, που εκτείνεται σε σχεδόν τέσσερα εκτάρια, υπάρχει πάρκο, κομμωτήριο, εστιατόριο, θέατρο, ταχυδρομείο και παντοπωλείο. Στα «καταστήματα» αυτά εργάζονται ως υπάλληλοι οι περίπου 250 νοσηλευτές που είναι επιφορτισμένοι με την φροντίδα των ασθενών.
Οι νοσηλευτές αυτοί, ωστόσο, δεν φορούν παραδοσιακές άσπρες ποδιές, αλλά είναι ντυμένοι με κανονικά ρούχα, ώστε να μην διαταράξουν την ευαίσθητη ψυχική ισορροπία των κατοίκων τους, οι οποίοι λόγω της άνοιας από την οποία πάσχουν, δεν αντιλαμβάνονται πως όσοι κυκλοφορούν και εργάζονται γύρω τους είναι εκπαιδευμένοι νοσοκόμοι.
Οι 152 κάτοικοι ζουν σε συνολικά 23 κατοικίες του ανταποκρίνονται σε έναν από τους επτά διαφορετικούς «τρόπους ζωής» που οι ψυχολόγοι και οι επιστήμονες έκριναν ότι χαρακτηρίζουν την ολλανδική κοινωνία: αστικός (Stedelijk), χριστιανικός (Christelijk), μεγαλοαστικός-αριστοκρατικός (Goois), απλός και λιτός (Huiselijk), έθνικ (Indisch, με επιρροές από την ινδονησιακή οικιστική αρχιτεκτονική), σοφιστικέ (Cultureel, για όσους είναι ένθερμοι θιασώτες της κουλτούρας και του πολιτισμού) και ρουστίκ (Ambachtelijk).
Κάθε σπίτι έχει 6-8 ενοίκους με δικά τους υπνοδωμάτια, με en suite μπάνιο, ενώ οι ένοικοι μοιράζονται μια μεγάλη τραπεζαρία που λειτουργεί κι ως σαλόνι.
Οι κάτοικοι είναι ελεύθεροι να εγκαταλείπουν τα δωμάτιά τους και να περπατούν καθημερινά στη μεγάλη πλατεία με το σιντριβάνι, τον κεντρικό δρόμο και τα μικρά σοκάκια, να κάνουν τις δουλειές τους και γενικά να έχουν μια φυσιολογική καθημερινότητα, σαν η άνοια να μην χτύπησε ποτέ την «πόρτα» τους.
Στο χωριό –που από πολλούς έχει παρομοιαστεί με αυτό στη ταινία «The Truman Show»- δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ούτε λεωφορεία. Οι συναλλαγές δεν γίνονται με χρήματα, προκειμένου οι ασθενείς-κάτοικοι να μην απασχολούν το μυαλό τους με περίπλοκες μαθηματικές πράξεις που πιθανώς να τους έκαναν να νιώσουν άβολα.
Ιθύνων νους πίσω από το εγχείρημα είναι η γιατρός Ιβόν φαν Αμερόνγκεν, η μητέρα της οποίας πέθανε από Αλτσχάιμερ. Η Ιβόν αποφάσισε να κάνει κάτι προκειμένου να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής των πασχόντων από άνοια που απλώς «έλιωναν» μέσα σε έναν συμβατικό οίκο ευγηρίας. Κι όντως, το πείραμα φαίνεται να πετυχαίνει, με πολλές άλλες χώρες να προσανατολίζονται κι αυτές στη δημιουργία αντίστοιχων «χωριών».
«Είμαι γύρω στα 45, παντρεμένη κι έχω δυο μικρά παιδιά», λέει η Τζο, που σηκώνεται κάθε μέρα, μιλάει με τις «φίλες της» (τις νοσοκόμες δηλαδή), και περιμένει πως και πώς να φτάσει το απόγευμα για να πάει και να παίξει μπίνγκο. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική: Η Τζο είναι 87 ετών, ο σύζυγος της έχει πεθάνει και τα παιδιά της είναι 35-40 ετών με τις δικές τους οικογένειες. «Είναι πολύ σημαντικό να μην την διορθώσουμε και να μην της πούμε την αλήθεια», λέει η Ιβόν, «γιατί είναι ακριβώς αυτό το ψέμα μέσα στο οποίο ζει η Τζο που την κάνει να είναι τόσο χαρούμενη και αισιόδοξη».
Το Ντε Χόγκεβεκ, που κόστισε 19,3 εκατ. ευρώ, με χρηματοδότηση σχεδόν αποκλειστικά από το ολλανδικό κράτος (17.8 εκατ. ευρώ) και μια χορηγία της τάξεως των 1.5 εκατ. ευρώ από τοπικές οργανώσεις, σχεδιάστηκε από την ολλανδική αρχιτεκτονική εταιρεία Molenaar & Bol & VanDillen και άνοιξε επισήμως τις πύλες του τον Δεκέμβριο του 2009.
Το κόστος για κάθε κάτοικο είναι περίπου 5.000 ευρώ το μήνα, ωστόσο τα ασφαλιστικά ταμεία της Ολλανδίας καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος του μηνιαίου ενοικίου για τους ασφαλισμένους του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου